Γράφει ο Επίσκοπος Ωλένης
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Αὔριο ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶστες,ἑορτάζει τήν Μετάσταση τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπό τήν Βηθσαϊδά τῆς Γαλιλαίας. Υἱός κατά σάρκα τοῦ Ζεβεδαίου καί τῆς Σαλώμης, ἡ ὁποία ἦταν συγγενής τῆς Παναγίας μας. Σέ νεαρή ἡλικία ἔγινε μαθητής τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Συγκαταλέγεται στήν χορεία τῶν δώδεκα Ἀποστόλων. Ἦταν ὁ μοναδικός μεταξύ τῶν μαθητῶν, πού δέν δίστασε νά παραμείνει κοντά στόν ἀγαπημένο του Διδάσκαλο στό Γολγοθᾶ, ὅπου ὁ Κύριος, πεθαίνοντας στό Σταυρό τοῦ ἐμπιστεύθηκε τή Μητέρα Του, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί ὁ Εὐαγγελιστῆς Ἰωάννης μερίμνησε γιά τή Θεοτόκο ἕως τήν Κοίμησή της.
Μέσα ἀπό τά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης συμπεραίνεται ὅτι ἦταν ὁ μικρότερος στήν ἡλικία μαθητής τοῦ Κυρίου, σχεδόν ἔφηβος. Ὁ ὑπέροχος χαρακτήρας του, ἡ ὑπακοή του, ἡ πίστη καί ἡ ἀφοσίωσή του στόν Κύριο, εἶχαν ὡς συνέπεια νά εἶναι λίαν ἀγαπητός ἀπό τόν Χριστό καί τούς ἄλλους Ἀποστόλους. Λόγῳ τοῦ σπάνιου αὐθορμητισμοῦ του ἐπονομάστηκε ἀπό τόν Κύριο «Βοαναργές», δηλαδή υἱός βροντῆς.
Ὕστερα ἀπό τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Ἰωάννης ἄρχισε νά κηρύττει μέ θάρρος τό Χριστό. Μαζί μέ τόν Πέτρο δίδαξαν τόν λόγο τοῦ Κυρίου στή Σαμάρεια. Κήρυξε τό Εὐαγγέλιο στή Μικρά Ἀσία μέ τόν μαθητή του Πρόχορο. Ὕστερα ἀπό τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ τό 70 μ.Χ. ἀπό τόν Τῖτο, ἔπεσε ὁ κλῆρος στόν Ἰωάννη νά ἔλθει στήν Μικρά Ἀσία, πού ἦταν γεμάτη ἀπό εἴδωλα καί δοσμένη στήν εἰδωλολατρική πλάνη. Προεῖδε καί προεῖπε στόν μαθητή του Πρόχορο τήν τρικυμία καί τό ναυάγιο πού ἐπρόκειτο νά ὑποστοῦν, γιά σαράντα ἡμέρες. Ἀφοῦ λοιπόν ἔγινε ἡ τρικυμία, ὅπως τό προεῖπε ὁ Ἀπόστολος, τά κύματα τῆς θάλασσας τόν ἔβγαλαν στήν Σελεύκεια. Ἐκεῖ συκοφαντήθηκε ὅτι εἶναι μάγος καί ὅτι πῆρε χρήματα ἀπό τό πλοῖο πού ναυάγησε καί τά ξοδεύει.
Ἀργότερα πῆγε στήν Ἔφεσο, παρέμεινε εἴκοσι ἕξ ἔτη καί ἐν συνεχείᾳ στήν Πάτμο, ὅπου ἐξορίστηκε καί παρέμεινε ἐκεῖ δέκα πέντε χρόνους. Ἀφοῦ ἐπανῆλθε πάλι στήν Ἔφεσο ὁ Ἰωάννης, πέρασε ἐκεῖ την ὑπόλοιπη ζωή του. Ἦταν πενήντα ἕξ ἐτῶν ὅταν ἔφυγε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα γιά τό κήρυγμα. Ἔτσι ἔζησε ὁ Ἰωάννης καί ἀγωνίστηκε γιά τήν διάδοση τοῦ θελήματος τοῦ Κυρίου μέχρις αἵματος. Ἔκανε πάρα πολλά θαύματα καί ἐπέστρεψε ἀμέτρητα πλήθη ἀπίστων ἀπό διάφορα ἔθνη στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Συνέγραψε τό τέταρτο κατά σειράν Εὐαγγέλιο. Οἱ ὑψηλές μάλιστα θεολογικές πτήσεις τῶν ἔργων του, τόν ταύτισαν μέ τόν ἀετό, ἕνα ἀπό τά τέσσερα συμβολικά ζωντανά πλάσματα, πού ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ εἶδε σέ ὅραμα. Τό Εὐαγγέλιο πού κηρύττει ὁ Ἅγιος εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς προσωπικῆς του ἐμπειρίας στό γεγονός ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Καί συνάμα ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ἡ αἰώνια ζωή γιά ὅσους πιστεύουν καί ἔχουν κοινωνία μέ Αὐτόν. Δεσπόζουσα θέση στά γραπτά του κείμενα κατέχει ἡ διδαχή τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά κυρίως διότι τήν ἀγάπη ἀκτινοβολοῦσε ὁλόκληρη ἡ ζωή του. Ἀκόμη, συνέγραψε καί τίς τρεῖς Καθολικές Ἐπιστολές, καθώς καί τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης γεύτηκε καί κοινώνησε τήν αἰώνια ζωή καί μέ τήν χάρη τοῦ Ἰησοῦ, ἀπέκτησε δικαίωμα συμμετοχῆς στήν αἰώνια ζωή. Παρέμεινε, σύμφωνα μέ τό πρότυπο τοῦ Διδασκάλου του, ἕνας καλός ποιμένας, ὁ ὁποῖος ἀγρυπνοῦσε καί κοπίαζε γιά τίς ψυχές πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Δίδασκε τούς πιστούς νά ἀγωνίζονται ἐναντίον τοῦ πονηροῦ καί τῆς ἁμαρτίας, παροτρύνοντάς τους νά ἔχουν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Αὐτό πού διαρκῶς δίδασκε ὁ Ἀπόστολος ἦταν ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο : «τεκνία, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Δέν σταματοῦσε νά μιλᾶ γιά τήν ἀγάπη. Ὅταν νοιώθει κανείς τόν λόγο τῆς ἀγάπης, δροσίζεται ἡ ψυχή του. Δίδασκε ὅτι ἕνα σέ ὅλα αὐτά πού μᾶς ταλαιπωροῦν καί μᾶς θλίβουν, μαθαίνουμε νά λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, τότε τά σκοτάδια θά φωτίζονταν καί τά σύννεφα θά διαλύονταν. Ὅλα γίνονται ἀγάπη γιά τόν ἀληθινό πιστό, τόσο στή σχέση του μέ τόν Θεό, ὅσο και στίς καθημερινές του σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους του.
Ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης Ἰωάννης μᾶς προ-τρέπει νά βιώσουμε αὐτήν τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, γιά νά ἑνωθοῦμε αἰώνια μέ τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀγάπης καί νά κληρονο-μήσουμε τήν αἰώνια Βασιλεία Του.
ΑΜΗΝ.