
Στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 οι Έλληνες ήταν αμείλικτοι με όσους Χριστιανούς πρόδιδαν τα μυστικά τους στους Τούρκους.

Συνήθιζαν, όταν συλλάμβαναν κανέναν από τους προδότες αυτούς, να τον χτίζουν ζωντανό ως τον λαιμό, για να διαρκεί περισσότερο το μαρτύριο του. Στο στρατόπεδο του Οδυσσέα Ανδρούτσου, έφεραν το 1822 έναν παπά πάνω στον οποίο βρήκαν γράμματα του Ομέρ Βρυώνη προς τους Τούρκους του Ακροκόρινθου. Επειδή αρνιόταν την ενοχή του, τον βασάνισαν άγρια. Πρώτα του τσάκισαν τα δάχτυλα και του έκοψαν τα νύχια με πυρακτωμένο σίδερο.
Στη συνέχεια τον έχτισαν μέχρι τον λαιμό και του άλειψαν το πρόσωπο με μέλι. Σε λίγος πλήθος από μύγες, γέμισαν το πρόσωπό του και, καθώς δεν μπορούσε να τις διώξει, υπέφερε αφάνταστα. Για έξι μέρες έζησε στη κατάσταση αυτή, χωρίς νερό και χωρίς φαγητό.