Γράφει η Μαρία Συλαϊδή
(Αρθρογράφος – Συγγραφέας)

Ο Οκτώβρης περπατάει αργά, σαν να μετράει τα βήματά του πάνω στα φύλλα.
Ο ουρανός έχει πάρει εκείνο το χρώμα του καμένου μελιού, κι η γη μυρίζει νοσταλγία. Κάθε πρωί, μια λεπτή πάχνη απλώνεται στα χωράφια, σαν ανάσα που ξυπνά τη μνήμη της φύσης. Είναι η εποχή που ο κόσμος δεν αλλάζει απότομα, μα μεταμορφώνεται. Όπως αλλάζουν οι άνθρωποι όταν θυμούνται.
Οι μέρες κονταίνουν, οι σκιές γίνονται πιο τρυφερές. Ο ήλιος δε φωνάζει πια, ψιθυρίζει. Κι εκεί, ανάμεσα στο πρώτο ψύχος και στο άρωμα του υγρού χώματος, γεννιέται το φθινόπωρο. Μια εποχή που ξέρει να φυλάει όπως φυλάμε κάτι αγαπημένο μέσα σε ένα παλιό σεντούκι. Κάθε σπίτι έχει το δικό του σεντούκι, πραγματικό ή αόρατο. Ένα μέρος όπου φυλάμε μικρές στιγμές, ένα γράμμα, ένα φύλλο, μια φωτογραφία, ένα χαμόγελο. Το φθινόπωρο είναι η εποχή που τα ανοίγουμε, όχι για να κλάψουμε ό,τι χάθηκε, αλλά για να θυμηθούμε πως όλα όσα αγαπήσαμε έχουν ακόμη φωνή. Κι αν ακούσεις προσεκτικά ένα απόγευμα με συννεφιά, ίσως να τη νιώσεις κι εσύ,την ανάσα του χρόνου που περνά, μα αφήνει πίσω του φως.
Μικρές συμβουλές για:
Γονείς :
*Μαζέψτε φύλλα, κουκουνάρια ή κάστανα με τα παιδιά σας και φτιάξτε μαζί το δικό σας «σεντούκι του φθινοπώρου». Γράψτε επάνω στα φύλλα ευχές, όνειρα ή ευχαριστίες και φυλάξτε τα.
*Κάντε βραδιές αφήγησης στο σπίτι. Πείτε στα παιδιά σας μια ιστορία από τη
δική σας παιδική ηλικία. Το φθινόπωρο είναι η πιο όμορφη εποχή για να περάσουν οι μνήμες από γενιά σε γενιά.
*Ζητήστε από τα παιδιά να σας πουν τι θα ήθελαν να «φυλάξουν» από τη χρονιά που πέρασε. Κάθε απάντηση θα είναι ένας μικρός θησαυρός.
Εκπαιδευτικούς :
*Δημιουργήστε με τα παιδιά της τάξης ένα μεγάλο χαρτονένιο σεντούκι και γράψτε επάνω του τη λέξη «Μνήμη». Κάθε παιδί θα ρίχνει μέσα ένα χαρτάκι με κάτι που θέλει να θυμάται ή να ευχαριστεί.
*Συνδέστε τη δραστηριότητα με τα μαθήματα φυσικής ή περιβαλλοντικής αγωγής. Εξηγήστε πώς η φύση αποθηκεύει ενέργεια και προετοιμάζεται για τον χειμώνα.
*Κάντε ένα εργαστήριο δημιουργικής γραφής με θέμα: «Αν το φθινόπωρο είχε ένα σεντούκι, τι θα έκρυβε μέσα του;»
Παιδιά :
*Φτιάξτε ένα κουτί-θησαυρό από χαρτόνι. Ζωγραφίστε το και βάλτε μέσα πράγματα που σας κάνουν να χαμογελάτε, ένα φύλλο, ένα κουμπί, ένα σημείωμα, ένα βελανίδι.
*Φανταστείτε ότι το φθινόπωρο είναι πρόσωπο. Τι θα φορούσε; Τι θα σας έλεγε αν ερχόταν να σας μιλήσει;
*Το βράδυ, πριν κοιμηθείτε, σκεφτείτε τρία πράγματα που θέλετε να φυλάξετε μέσα στην καρδιά σας. Αυτά είναι τα δικά σας «κλειδιά» για το σεντούκι του φθινοπώρου.
Προτάσεις βιβλίων
*Έλα να μάθουμε για το Φθινόπωρο :Ρεβέκκα Κατσαντώνη
Ένα βιβλίο απαραίτητο για το γονιό, τον εκπαιδευτικό και το παιδί του Νηπιαγωγείου.
* Φθινόπωρο,Παραμύθια και ιστορίες για κάθε εποχή : Συλλογικό παραμύθι
Καλλιεργεί τη φαντασία των παιδιών, αναπτύσσει τα συναισθήματά τους και τα βοηθάει στην απόκτηση γνώσεων.
*Το μικρό βελανίδι (ιστορίες απο τη φύση) : Joyce Melanie
Αυτό το βιβλίο,μαθαίνει στα παιδιά τον κύκλο της ζωής ενός δέντρου.

Διήγημα
«Το σεντούκι της Ελπίδας»
Στο παλιό σπίτι στο χωριό, κάτω από τη σκάλα, υπήρχε ένα σεντούκι. Ήταν φτιαγμένο από καρυδιά, με σιδερένιες γωνίες και ένα μικρό σκουριασμένο λουκέτο. Στην επάνω μεριά υπήρχε σκαλισμένη μια φιγούρα,αλλά με τα χρόνια είχε ξεθωριάσει και δεν φαινόταν καθαρά η μορφή. Η γιαγιά έλεγε πως δεν πρέπει να το ανοίγει κανείς χωρίς λόγο, γιατί μέσα του κοιμόταν το φθινόπωρο.
Η Ελπίδα, δεκάχρονη και γεμάτη περιέργεια, πίστευε πως το σεντούκι ήταν μαγικό. Κάθε φορά που το ξεσκόνιζε, της φαινόταν πως άκουγε κάτι να ανασαίνει από μέσα,ένα φύσημα, σαν άνεμος που περνά μέσα από δέντρα.
Ένα απόγευμα, ο ουρανός είχε ντυθεί γκρι κι οι πρώτες σταγόνες της χρονιάς έπεφταν στα τζάμια. Η γιαγιά της κουρασμένη και ταλαιπωρημένη απο τις δουλειές της ημέρας κοιμόταν στην πολυθρόνα. Η Ελπίδα τότε κατέβηκε αθόρυβα τη σκάλα, έσκυψε μπροστά στο σεντούκι και άγγιξε απαλά το παλιό λουκέτο. Ένα κλικ ακούστηκε, και το καπάκι άνοιξε.
Μια ζεστή μυρωδιά από κανέλα, χώμα και ξύλο γέμισε το δωμάτιο. Μέσα δεν υπήρχαν μόνο κουβέρτες ή ρούχα. Μέσα υπήρχαν εποχές. Ένα κασκόλ με κλωστές από αέρα, ένα μπουκάλι με βροχή φυλαγμένη από πέρσι, ένα κουτί γεμάτο χρυσά φύλλα, ένα ημερολόγιο με ημερομηνίες χωρίς αριθμούς. Κι επάνω-επάνω, ένα μικρό βιβλιαράκι, δεμένο με κορδέλα.
Η Ελπίδα,δεν άντεξε και το άνοιξε. Στην πρώτη σελίδα έγραφε:
«Για όποιον ανοίξει το σεντούκι, ας θυμηθεί να κοιτάζει τον ουρανό με υπομονή.
Το φθινόπωρο δεν είναι λύπη, είναι η ανάσα της γης. Η πιο όμορφη μαγική ανάσα.»
Καθώς διάβαζε, τα γράμματα άρχισαν να λάμπουν. Το δωμάτιο γέμισε φως, και μπροστά της στάθηκε μια γυναίκα με φορεσιά από φύλλα και μαλλιά στο χρώμα του φουντουκιού που μύριζαν βροχή.
«Είμαι η Κυρά του Φθινοπώρου», είπε χαμογελώντας. «Εσύ με ξύπνησες. Κάθε
φορά που ένα παιδί ξεχνά να φοβάται τη συννεφιά, εγώ μπορώ να επιστρέψω.»
Η Ελπίδα έμεινε άφωνη. «Και τι έχει μέσα το σεντούκι σου;» ρώτησε γεμάτη περιέργεια.
«Τις μνήμες όλων των εποχών. Όταν οι άνθρωποι θυμούνται, εγώ ανθίζω. Όταν ξεχνούν, κοιμάμαι.» αποκρίθηκε με ήρεμη σχεδόν γαλήνια φωνή. Η μικρή άγγιξε ένα φύλλο που αιωρούνταν γύρω της και ψιθύρισε:
«Και μπορώ να κρατήσω κάτι από εσένα;»
Η Κυρά χαμογέλασε και της έδωσε ένα μικρό κλειδί.
«Φύλαξέ το. Όποτε θελήσεις να θυμηθείς ποια είσαι, άνοιξε μέσα σου το δικό σου σεντούκι.»
Μεμιάς, το φως έσβησε. Η Ελπίδα βρέθηκε πάλι μπροστά στο παλιό σεντούκι, το καπάκι μισόκλειστο. Στο χέρι της κρατούσε πράγματι το κλειδί,μικρό, χρυσό, με σχήμα φύλλου.
Από τότε, κάθε φθινόπωρο, η Ελπίδα έγραφε μέσα σε ένα τετράδιο όσα ήθελε να θυμάται,τις σταγόνες της βροχής, τα χρώματα των φύλλων, τα γέλια της οικογένειας γύρω από το τζάκι. Το ονόμασε «Το ημερολόγιο του σεντουκιού».
Όταν μεγάλωσε και το τετράδιο είχε πια γεμίσει,το φύλαξε μέσα στο σεντούκι και το έκλεισε απαλά, για να περιμένει το επόμενο παιδί που θα το άνοιγε. Και λένε πως, κάθε φορά που αρχίζει να βρέχει πάνω απ’ το χωριό, το σεντούκι της Ελπίδας τρίζει λίγο. Όχι από παλαιότητα,από χαρά. Γιατί το φθινόπωρο ξέρει πως κάποιος, κάπου, θυμήθηκε να το αγαπήσει.
Μην ξεχνάτε Το φθινόπωρο δεν είναι εποχή που τελειώνει κάτι,είναι εποχή που φυλάει. Ό,τι κρατάμε με αγάπη, δεν γερνά. Ζει μέσα στα σεντούκια της καρδιάς μας, περιμένοντας να το ξανανοίξουμε.








