Γράφει η Μαρία Συλαϊδή
(Αρθρογράφος – Συγγραφέας)

Υπήρχε κάποτε μια εποχή όπου ο Δεκέμβρης δεν χρειαζόταν πολλά για να γίνει μαγικός. Ένα κερί στο παράθυρο,μυρωδιά από φρέσκο ζεστό ψωμί,αρωματικό τσάι, κι ένα κλαδί πρασινάδας που κρεμόταν πάνω απ’ την πόρτα και ξαφνικά όλο το χωριό έμοιαζε στολισμένο. Τα σπίτια δεν άστραφταν από φωτάκια,άστραφταν από τους ανθρώπους που περίμεναν τον καιρό της αγάπης. Η γιορτή δεν έμπαινε με στολίδια,έμπαινε με βλέμματα, με ένα χτύπημα της καρδιάς που ψιθύριζε:
«Φτάνουν Χριστούγεννα.»
Αυτό το άρωμα των παλιών ημερών, μοιάζει κάθε χρόνο να ξυπνά μέσα μας. Κι ας ζούμε αλλιώς, κι ας έχουμε περισσότερα, κι ας στολίζουμε με λαμπιόνια που σβήνουν κι ανάβουν σε ρυθμό. Η ψυχή εξακολουθεί να ψάχνει εκείνη τη ζεστασιά που είχαν κάποτε τα Χριστούγεννα,τα Χριστούγεννα όπως παλιά.
Μικρές συμβουλές για:
Γονείς
Φτιάξτε ένα Χριστουγεννιάτικο τετραδιο μνήμης. Καθίστε με τα παιδιά και γράψτε μια μικρή ιστορία από τα Χριστούγεννα της δικής σας παιδικής ηλικίας. Οι γιορτές είναι η στιγμή που περνάει η σοφία από γενιά σε γενιά. Στολίστε κάτι παλιό. Ένα μικρό ξύλινο κουτί, μια φωτογραφία. Μαθαίνουμε στα παιδιά ότι η ομορφιά δεν βρίσκεται στο καινούργιο, αλλά στο αγαπημένο.
Εκπαιδευτικούς
Το Δέντρο των Αναμνήσεων. Κάθε παιδί φέρνει ένα μικρό αντικείμενο που του θυμίζει γιορτές. Το κρεμάτε σε ένα κοινό δέντρο. Ίσως έξω στο προαύλιο.
Η Γιορτή των Λέξεων. Κάθε μαθητής γράφει μια λέξη που για εκείνον σημαίνει
«Χριστούγεννα» και όλοι μαζί φτιάχνουν μια αφίσα. Έτσι γεννιέται το πιο όμορφο λεξικό αγάπης.
Ο Μικρός Φιλανθρωπικός σκοπος. Ένα μικρό έργο καλοσύνης στην τάξη. Όχι χρήματα, μόνο πράξεις.
Παιδιά
Το Δικό σου Φως. Φτιάξε ένα αστέρι από χαρτόνι. Γράψε πάνω του τι θέλεις να λάμψει φέτος στην καρδιά σου.
Η Μυστική Κάρτα Καλοσύνης. Γράψε μια ανώνυμη ευχή για κάποιον στο σχολείο ή στη γειτονιά σου. Βάλ’ τη κρυφά στην πόρτα του.
Προτάσεις Βιβλίων
Μια αλλιώτικη Πρωτοχρονιά – Αγγελική Βογιατζή
Παραμονή Πρωτοχρονιάς και ο Βασίλης θέλει να μείνει ξύπνιος για να
ανακαλύψει τι συμβαίνει τις νύχτες στο σπίτι του. Ένα παραμύθι για τη
προσφορά και τον εθελοντισμό. (Εκδόσεις Μελτέμι)
Δεν μπορώ τα Χριστούγεννα – Ελένη Παναγίδου
Ο Κύριος Δεν Μπορώ επισκέπτεται το χωριό του Αϊ Βασίλη και τότε όλοι και όλα μπερδεύονται. Ποιος θα βρει τη λύση για να σώσει τα Χριστούγεννα;
( Εκδόσεις Μελτέμι)
Το ημερολόγιο των Χριστουγέννων – Μαρία Συλαϊδή
́Οταν η Δεσποινιώ βρίσκει το μυστικό ημερολόγιο της γιαγιάς της ανοίγει μια πύλη σε έναν κόσμο καλικαντζάρων,δοκιμασιών και Χριστουγεννιάτικης μαγείας.
Ένα ταξίδι που δείχνει πως το θάρρος κρύβεται σε αυτούς που τολμούν να πιστέψουν. (Εκδόσεις Μελτέμι)
ΔΙΗΓΗΜΑ
Το αστέρι μέσα στις καρδιές

Σε ένα μικρό χωριό, εκεί όπου οι άνθρωποι ενωμένοι, ο Δεκέμβρης δεν ερχόταν ποτέ με βιασύνη. Ερχόταν σαν ηλικιωμένος φίλος, που ξέρει πως δεν χρειάζεται να κάνει θόρυβο για να τον αγαπήσουν. Το χωριό ήταν φτωχό. Τα σπίτια παλιά, τα σοκάκια γεμάτα πέτρες και υπήρχαν παντού λάσπες όταν έβρεχε. Τα βλέμματα των ανθρώπων ήταν κουρασμένα, μα όταν μιλούσαν για γιορτές, κάτι άναβε μέσα τους σαν σπίθα που δεν έσβηνε ποτέ.
Κάθε χρόνο, στην πλατεία, έστηναν ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Δεν ήταν μεγάλο,ούτε εντυπωσιακό. Ήταν ένα δέντρο κομμένο από το δάσος, απλό, λεπτό, με κλαδιά αδύναμα που έμοιαζαν σαν να θέλουν αγκαλιά. Οι πιο ηλικιωμένοι έλεγαν πως παλιά το στόλιζαν με πορτοκάλια, κορδέλες και καρύδια. Τώρα το στόλιζαν με ό,τι έβρισκαν. Μια γιρλάντα ξεθωριασμένη, δυο στολίδια που είχαν μείνει από τις παλιές χρονιές, κι ένα αστέρι που δεν είχε ανάψει ποτέ. Ήταν φτιαγμένο από τενεκεδένιο καπάκι το σχήμα του αστεριού, με τρύπες που άφηναν το φως να περνά μέσα. Λέγανε ότι κάποτε άναβε. Αλλά ποτέ κανείς δεν το είχε δει αναμμένο.
Η Κατερίνα, ένα κορίτσι οχτώ χρονών, με μάτια σκούρα σαν το χώμα και ψυχή που αγαπούσε τα πράγματα όχι για το πώς φαίνονταν, αλλά για το πώς ήταν, ζούσε με τη μητέρα της σε ένα μικρό σπίτι, λίγο έξω από το χωριό. Ο πατέρας της έλειπε χρόνια στα καράβια. Ωστόσο,η μικρή δεν είχε χάσει το χαμόγελό της. Ήξερε να βρίσκει ομορφιά ακόμη και στα μικρά. Στην ανάσα του κρύου, στη μυρωδιά της στάχτης από το τζάκι. Αλλά το αγαπημένο της ήταν το δέντρο της πλατείας.
Κάθε χρόνο, η Κατερίνα στεκόταν μπροστά του και πίστευε,πραγματικά πίστευε, πως κάποτε το αστέρι του θα άναβε. Όχι με ρεύμα,αλλά με πιστη. «Φέτος θα ανάψει», έλεγε στη μητέρα της.
Η μητέρα χαμογελούσε. «Αν το πιστεύεις, τότε ήδη λάμπει», της απαντούσε.
Λίγες μέρες πριν τις γιορτές. Από τα σπίτια άρχισαν να βγαίνουν μυρωδιές γνώριμες. Μελομακάρονα, βούτυρο,ζεστό ψωμί, πορτοκάλι, κανέλα. Η πλατεία γέμιζε σιγά σιγά κόσμο. Ήταν η μέρα που θα στόλιζαν το δέντρο. Κι όμως κανείς δεν είχε χρήματα για στολίδια.
Οι άνθρωποι είχαν μόνο το αστέρι, μια γιρλάντα κι ένα μικρό ξύλινο καμπανάκι που είχε φτιάξει ο μακαρίτης ο ξυλουργός πριν πολλά χρόνια. Το αποτέλεσμα φαινόταν φτωχικό. Κάποιοι κουνούσαν στενάχωρα το κεφάλι.
«Φέτος δεν έχει ομορφιά», είπαν. «Το δέντρο δείχνει άδειο.»
Αλλά η Κατερίνα δεν συμφωνούσε. Κοίταξε τα κλαδιά που άνοιγαν σαν τα χέρια κάποιου που περίμενε αγκαλιά. Το φτωχικό στόλισμα δεν την ενοχλούσε. Εκείνη έβλεπε το δέντρο όπως παλιά.
«Δεν είναι άδειο» έλεγε, αλλά κανένας δεν της έδωσε σημασία.
Το σούρουπο πλησίαζε. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν γύρω από το δέντρο. Ήταν η ώρα για το άναμμα. Ο πρόεδρος του χωριού ανέβηκε στο μικρό πατάρι. Τράβηξε τον διακόπτη. Τίποτα. Τα λαμπάκια δεν άναψαν. Ο κόσμος αναστέναξε. Κάποιοι νεύριασαν. Ο πρόεδρος ξαναδοκίμασε. Τίποτα. Και τότε η Κατερίνα έκανε κάτι που κανείς δεν περίμενε. Πλησίασε μπροστά, έβαλε τα χέρια της στο στήθος της σαν να κρατούσε κάτι πολύτιμο και έκλεισε τα μάτια.
«Αστέρι μου…» ψιθύρισε, «αν κι εσύ θυμάσαι τα Χριστούγεννα όπως παλιά, άναψε.»
Για λίγη ώρα δεν έγινε τίποτα. Μονάχα ο αέρας φύσηξε απαλά, σαν χάδι. Και τότε συνέβη το θαύμα. Το αστέρι δεν άναψε στην πραγματικότητα. Δεν υπήρξε σπίθα. Δεν άστραψε,αλλά όσοι ήταν εκεί το είδαν να λάμπει. Στα μάτια τους έλαμψε, όχι στον ουρανό.
Το δέντρο φάνηκε φωτεινό, ζωντανό, όμορφο σαν να έλαμπε από μέσα. Τα
κλαδιά του έμοιαζαν να γεμίζουν με χρυσές ανταύγειες. Η γιρλάντα έλαμψε όπως δεν είχε λάμψει ποτέ. Το αστέρι σαν να έριξε ακτίνες φωτός που άγγιζαν τα πρόσωπά τους. Κάποιοι δάκρυσαν.
«Το βλέπεις;» ρώτησε μια γιαγιά.
«Το βλέπω», είπε ο άντρας της με τρεμάμενη φωνή.
Και κανείς δεν αναρωτήθηκε πώς. Γιατί το θαύμα δεν γίνεται ποτέ για να
εξηγηθεί. Γίνεται για να θυμίσει. Η φτώχεια του δέντρου είχε γίνει πλούτος. Ένα παιδί είχε δώσει πίσω σε όλο το χωριό το φως των παλιών Χριστουγέννων. Η πλατεία έλαμπε,όχι από λαμπιόνια,αλλά από καρδιές που άναψαν όλες μαζί ξανά.
Μην ξεχνάτε,μερικές φορές το δέντρο δεν χρειάζεται να φωτίσει το σπίτι,αρκεί να φωτίσει την καρδιά. Γιατί το πραγματικό φως των Χριστουγέννων έρχεται μέσα από τα μάτια ενός παιδιού που ακόμα πιστεύει.








